Μερικά παιδιά ενώ γεννιούνται με τους οπτικούς άξονες των ματιών παράλληλους, δηλαδή χωρίς στραβισμό, στην ηλικία 2-3 ετών απότομα εμφανίζουν συγκλίνοντα στραβισμό.
Οι γονείς πανικοβάλλονται αλλά και ο παιδίατρος προβληματίζεται που μπορεί να οφείλεται ο απότομος αυτός στραβισμός. Συνήθως η πρώτη εξέταση που συνιστάται είναι η μαγνητική τομογραφία για να αποκλεισθεί κάποιο σοβαρό εγκεφαλικό πρόβλημα, η οποία σ’ αυτήν την ηλικία του παιδιού απαιτεί γενική νάρκωση.
Επειδή ο συγκλίνων στραβισμός σ’ αυτή την ηλικία, στη μεγάλη αναλογία οφείλεται στην προσαρμογή των ματιών λόγω μεγάλης υπερμετρωπίας, το σωστό θα είναι να εξετασθεί από τον παιδοοφθαλμίατρο, να γίνει μία ειδική εξέταση (σκιασκοπία) για να βρεθεί αν υπάρχει υπερμετρωπία και συγχρόνως θα γίνει και βυθοσκόπηση, οπότε να αποκλεισθεί κάποια εγκεφαλική βλάβη που θα δημιουργούσε ενδοκράνια υπέρταση.
Αν διαπιστωθεί υπερμετρωπία χορηγούμε αμέσως γυαλιά με την πλήρη διόρθωση της υπερμετρωπίας, οπότε συνήθως εξαφανίζεται και ο στραβισμός όταν το παιδί φοράει τα γυαλιά, φυσικά επανεμφανίζεται όταν τα βγάζει.
Αν έτσι εξελιχθεί η κατάσταση δεν χρειάζεται κανένας περαιτέρω έλεγχος, αλλά μόνο τακτική οφθαλμολογική παρακολούθηση.
Σ’ αυτή την περίπτωση πρόκειται για έναν προσαρμοστικό συγκλίνοντα στραβισμό λόγω υπερμετρωπίας.
Συνήθως η πλήρης διόρθωση της υπερμετρωπίας με γυαλιά κάνει τα μάτια να ορθοφορούν, μερικές φορές όμως βελτιώνεται σημαντικά ο στραβισμός, όχι όμως πλήρως, δηλαδή παραμένει κάποιο υπόλοιπο στραβισμού που αν δεν είναι αισθητικά ανεκτό μπορεί να χρειασθεί χειρουργική επέμβαση.
Σ’ αυτή την περίπτωση η χειρουργική επέμβαση γίνεται συνήθως και στα δύο μάτια και το αποτέλεσμα είναι άριστο.